28ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΟΕ-ΔΟΥ

29 synedrio poy doy

Η ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ!!!

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΑΚΕ

 

ΕΚΛΟΓΕΣ ΥΠΗΡEΣΙAΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ 2021

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 14/10 ΔΑΚΕ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΑΑΔΕ

dake yphresiaka aade 2021

ΔΙΝΟΥΜΕ ΤΗ ΜΑΧΗ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟ ΜΕ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ & ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ.

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΔΑΚΕ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ

                                                

ΕΚΛΟΓΕΣ ΥΠΗΡEΣΙAΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ 2018

ΜΕΓΑΛΗ ΝΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ!!!!! H ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΟ Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΑΑΔΕ

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛEΣΜΑΤΑ

                                                 

27ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΟΕ-ΔΟΥ

27o synedrio POE DOY 1

Η ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ!!!

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΑΚΕ

Συνεντεύξεις

koupkas michalis DETH 2018 3

 Μιχάλης  Κούπκας:       "Θέσαμε τα   προβλήματά μας για πολλοστή φορά στην 4ωρη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό"

Michalis koupkas synenteyxh TV100 15.02.2018 1

 Μιχάλης  Κούπκας:      "Είμαστε κάθετα    αντίθετοι στις συγχωνεύσεις των εφοριών και στους e-πλειστηριασμούς."

synenteyxh mixalh koupka sth dhmokratia 1

 Μιχάλης  Κούπκας: "Η   φορολογική   νομοθεσία είναι ένας λαβύρινθος!!!"

rena yfanth ston antena gia tis epitheseis 1

 Ρένα Υφαντή:  "Ζητάμε νομική  κάλυψη και τη  παραδειγματική τιμωρία των δραστών"

athina 984 mixalhs koupkas 1

 Μιχάλης  Κούπκας:  "Απαιτούμε από το Υπ. Οικ. και την Α.Α.Δ.Ε. εδώ και 2,5 χρόνια νομική θωράκιση και αυστηροποίηση ποινικού πλαισίου"

dionyshs georgiopoylos on line skai 2

 Διονύσης  Γεωργιόπουλος:  "Η πολιτεία  οφείλει να μας προστατέψει για να κάνουμε απρόσκοπτα τη δουλειά μας, πριν θρηνήσουμε θύματα."

mixalis koupkas sto SKAI gia thn pyrobolismoys kata eforiakwn sto Bolo 1 Μιχάλης  Κούπκας:  "Δεν αρκούν  οι υποσχέσεις και τα λόγια, όταν βγαίνουν τα όπλα. Απαιτούμε από το Υπ. Οικ. και την Α.Α.Δ.Ε. λήψη μέτρων εδώ και τώρα."

mpamphs kaoykis 4

 Μπάμπης  Καούκης: "Σε  κατάσταση  φρενίτιδας οι εφοριακοί υπάλληλοι"

mixalis koupkas aoploi sth maxh ths forodiafyghs

 Μιχάλης  Κούπκας: "Οι  εφοριακοί  βγαίνουν για θερινό σαφάρι χωρίς καν χρήματα για τις βενζίνες, άοπλοι στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής"

Rena Yfanth diamartyria gia misthologikh exomoish 1

 Ρένα Υφαντή:  "Η ανοχή μας  έχει τελειώσει.  Απαιτούμε από τον Υπουργό Οικονομικών κ. Τσακαλώτο και τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. τη μισθολογική εξομοίωση ΟΛΩΝ των συναδέλφων"

mixalhs koupkas tv100 synenteyxh gia prophlakismoys 1 Μιχάλης  Κούπκας: "Τι  άλλο πρέπει  να συμβεί για να προστατέψει επιτέλους η πολιτική ηγεσία του Υπ.Οικ. και ο Διοικητής της Α.Α.Δ.Ε. τους υπαλλήλους που έχουν ριχθεί στη μάχη ενάντια στη φοροδιαφυγή χωρίς όπλα και παντελώς απροστάτευτοι"

Mixalhs Koupkas Tax Forum 2016 2

 Μιχάλης  Κούπκας: "Αν  είχε εφαρμοστεί  το μέτρο του πλαστικού χρήματος δεν θα χρειαζόταν να ψηφιστεί το συμπληρωματικό μνημόνιο και ο δημοσιονομικός κόφτης"

tragkas georgiopoylos 3 Διονύσης  Γεωργιόπουλος  "H φοροδοτική  ικανότητα των Ελλήνων έχει εξαντληθεί από την υπερφορολόγηση"

 zdfΜιχάλης  Κούπκας: "Η  φοροδιαφυγή  διαθέτει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο και εμείς προσπαθούμε να την κυνηγήσουμε με σφεντόνες"

 Περισσότερα...

17/11/2015

areiospagos1

Γνωμοδότηση Εισ. ΑΠ αρ. 4/2015 (ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ). Περί της ισχύος ή μη της διάταξης του άρθρου 24 παρ.2 του Ν.2523/1997, μετά την θέση σε ισχύ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν.4174/2013, όπως συμπληρώθηκε με το Ν.4254/2014)

Αθήνα 20/10/2015

Αρ. Πρωτ. 3135

Αρ. Γνωμοδ. 4

ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ (Αρχική δημοσίευση στις 25-9-2015)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Τηλ. : 210-6411526

Fax : 210-6411523

Κοινοποίηση:

α) Υπουργείο Δικαιοσύνης

β) κ. Εισαγγελείς Εφετών του Κράτους και δι' αυτών στους Εισαγγελείς Πρωτοδικών περιφερείας τους

γ) κ. Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος

Προς Υπουργείο Οικονομικών Γενική Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων

Σχετ. το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΛ Β 1088784 Ε- 2015 έγγραφο σας


Θέμα: Περί της ισχύος ή μη της διάταξης του άρθρου 24 παρ.2 του Ν. 2523/1997, μετά την θέση σε ισχύ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ( Ν. 4174/2013, όπως συμπληρώθηκε με το Ν. 4254/2014 ).


Με το υπ' αριθμ . πρωτ .ΔΕΛ.Β 1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ζητείται η γνώμη μας περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν 2523/1997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέση σε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν 4174/2013), καθώς επίσης και περί επίδρασης ή μη του ιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ.2 του Ν 2523/1997 και τις εξ' αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών για την δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής. Επί του ζητήματος αυτού η γνώμη μας είναι η εξής: 


Με την παράγραφο 2 του άρθρου 24 του Ν 2523/1997,όπως αυτή αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 12 παρ.4 του Ν 2753/1999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ. 4 του Ν 3842/2010 ορίζεται ότι « Στις περιπτώσεις του συνολικού για κάθε φορολογία διοικητικού ή δικαστικού συμβιβασμού ή της με άλλο τρόπο ολικής διοικητικής περαίωσης της διαφοράς δεν εφαρμόζονται οι ποινικές διατάξεις του παρόντος...». Με την διάταξη αυτή που αποτελεί πάγια ρύθμιση, παρά το ότι περιλαμβάνεται στις μεταβατικές διατάξεις του Ν 2523/1997 , εισάγεται για τα εγκλήματα του Ν 2523/1997 ένας «ιδιόμορφος αντικειμενικός λόγος εξάλειψης του αξιοποίνου» της πράξεως, ή κατ' άλλη άποψη, ένας « ιδιόρρυθμος μηχανισμός ad hoc αποκλεισμού του αρχικού αδίκου» (βλ σχετ. Θ . Παπακυριάκου, Φορολογικό Ποινικό Δίκαιο, έκδοση 2005, σελ.350 και Γ. Δημήτραινα, Εγκλήματα Φοροδιαφυγής, έκδοση 2011 σελ 231,232). Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία των ως άνω συμβιβασμών, περιγράφονταν: α) του μεν συνολικού για κάθε φορολογία διοικητικού συμβιβασμού, στο άρθρο 70 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος του έτους 1994 (Ν 2238/1994) με την παρ. 1 του οποίου οριζόταν ότι ο υπόχρεος, σε βάρος του οποίου είχε εκδοθεί το φύλλο ελέγχου, μπορούσε, αν αμφισβητούσε την ορθότητά του, να προτείνει τη διοικητική επίλυση της διαφοράς μεταξύ αυτού και του αρμόδιου προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, κατά τα λεπτομερώς οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους β) του δε δικαστικού συμβιβασμού, αφ' ενός μεν στο άρθρο 71 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994), με το εδάφιο α της πρώτης παραγράφου του οποίου οριζόταν ότι ο δικαστικός συμβιβασμός με βάση αυτό το νόμο, ήταν δυνατός σε όσες περιπτώσεις επιτρεπόταν και όπως προβλεπόταν διοικητική επίλυση της διαφοράς., αφ' ετέρου δε στο άρθρο 1 του Ν.Δ 4600/1966 ,το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 285 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν 2717/1999), με τις παραγράφους 1 και 2 του οποίου οριζόταν ότι « Δικαστικός συμβιβασμός κατά το παρόν νομοθετικό διάταγμα είναι δυνατός σε όσες περιπτώσεις επιτρέπεται και όπως προβλέπεται διοικητική επίλυση της διαφοράς (παρ.1). Εν διεξαγόμενη επ' ακροατηρίου συζητήσει ενώπιον οιουδήποτε φορολογικού δικαστηρίου και κατά πάσαν στάσιν της δίκης, παρισταμένων αμφοτέρων των μερών, πας διάδικος δύναται να προτείνη την κατάργησιν της φορολογικής δίκης, επί τη καταθέσει δηλώσεως εις τον γραμματέα του Δικαστηρίου πέντε πλήρεις ημέρας προ της συζητήσεως, (παρ.2)» .γ) η με άλλο τρόπο «ολική διοικητική περαίωση της διαφοράς» αναφερόταν προφανώς στους εκδιδόμενους εκάστοτε φορολογικούς νόμους, οι οποίοι παρείχαν κίνητρα στους φορολογούμενους, προκειμένου να κλείσουν συμβιβαστικά και με ευνοϊκούς όρους τις ανέλεγκτες οικονομικές τους χρήσεις.

Υπό την ισχύ των διατάξεων αυτών, χωρούσε ακώλυτα η εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν 2523/1997. Σημειώνεται , πάντως, ότι και υπό καθεστώς αυτό, υπήρξαν ζητήματα ανοικτά προς συζήτηση , τα οποία προκλήθηκαν κυρίως από τις μεταβολές που επήλθαν στην νομοθεσία, και ειδικότερα αφ' ενός μεν στο άρθρο 19 του Ν 2523/1997 με το άρθρο 40 του Ν 3220/2004, με την πρώτη παράγραφο του οποίου θεσπίσθηκε μία διακεκριμένη κακουργηματική παραλλαγή του εγκλήματος της έκδοσης ή αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, ενώ με την δεύτερη προβλέφθηκε η δυνατότητα άμεσης άσκησης ποινικής δίωξης στην περίπτωση αυτή , με βάση τα πορίσματα του φορολογικού ελέγχου, χωρίς να απαιτείται η έκδοση πράξης επιβολής προστίμου και η παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, αφ' ετέρου δε με την προσθήκη τρίτης παραγράφου στο άρθρο 18 του Ν 2523/1997, προσθήκη που έγινε με το άρθρο 3 παρ.2 εδάφιο ζ του Ν 3943/2011, με την οποία ορίστηκε ότι αν η διάρκεια της μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης Φ.Π.Α, Φ.Κ.Ε ή άλλων παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν υπερέβαινε το ένα έτος, ο υπαίτιος απαλλασσόταν, εφόσον κατέβαλε , από την ημέρα που γεννήθηκε η σχετική υποχρέωση, τους κατά περίπτωση οφειλόμενους φόρους , τέλη ή εισφορές με τις κάθε είδους προβλεπόμενες προσαυξήσεις, τέλη και πρόστιμα επί αυτών, ενώ αν η καταβολή γινόταν μετά τη συμπλήρωση έτους, αλλά πριν τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας σε πρώτο βαθμό, επιβαλλόταν ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 του Ποινικού Κώδικα. Οι διατάξεις αυτές έθεταν υπό αμφισβήτηση το πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν 2523/1997, κυρίως και πρωτίστως γιατί στη μεν πρώτη περίπτωση, η ποινική δίωξη ασκείτο άμεσα με βάση τα πορίσματα του ελέγχου, χωρίς να τίθεται ως προϋπόθεση της άσκησής της η παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, πρακτική η οποία δεν ακύρωνε βέβαια εντελώς την ισχύ του ως άνω άρθρου (αφού η ποινική δίωξη μπορούσε να παύσει οριστικά και μετά την άσκηση της), πλην όμως περιόριζε σημαντικά το εύρος εφαρμογής της και την δυνατότητα η διοικητική επίλυση της διαφοράς, εάν τελικά επιτυγχανόταν, να είχε ουσιαστικά αποτέλεσμα αναφορικά με την αξιολόγηση της σχετικής μηνυτήριας αναφοράς ως στηριζόμενης ή μη στο νόμο, εφόσον η άσκηση της ποινικής δίωξης θα είχε ήδη προηγηθεί, ενώ στην δεύτερη περίπτωση, η εξάλειψη του αξιοποίνου εξαρτιόταν από διαφορετικές προϋποθέσεις (χρονικούς περιορισμούς και σωρευτική καταβολή, μαζί με την κύρια οφειλή, και των κάθε είδους προσαυξήσεων κ.λπ), προϋποθέσεις βέβαια που δεν έθετε το προγενέστερο της ειδικής αυτής ρύθμισης άρθρο 24 παρ.2 του Ν 2523/1997 (για τα ζητήματα αυτά βλ. Α.Π 1028/2012 και Α.Π 1645/2009, και εκτενέστερα στο συλλογικό έργο καθηγητών του Α.Π.Θ υπό την επιστημονική εποπτεία Μαρίας Καϊάφα-Γκμπάντι, Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα , σελίδες 182 και επόμ.).


Τα ανωτέρω εκτιθέμενα, αμφισβητούνται ήδη σοβαρά υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν 4174/2013, όπως αυτός ισχύει μετά την τροποποίηση και συμπλήρωσή του με το Ν 4254/2014) . Ο Κώδικας αυτός ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1-1-2014 (άρθρο 67), όχι μόνο δεν προβλέπει καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, συνακόλουθα δε και δικαστικού συμβιβασμού (κατά τα άρθρα 71 του ήδη καταργηθέντος Κ Φ Ε του έτους 1994 και 1 του ΝΔ 4600/1966, ο δικαστικός συμβιβασμός επιτρεπόταν αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις που επιτρεπόταν και ο διοικητικός συμβιβασμός), αλλ' αντιθέτως με την διάταξη της παραγράφου 44 του άρθρου 66 ορίζει ρητά ότι από την έναρξη ισχύος του « κάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση, για διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό, θεωρείται απαράδεκτο και δεν εξετάζεται. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου, ανεξαρτήτως χρονικών περιορισμών, εφαρμόζεται και για υποθέσεις, οι οποίες ήταν δυνατό να υπαχθούν σε οποιαδήποτε περίπτωση των διατάξεων των άρθρων 70Α και 70Β του Ν. 2238/1994.». Συνεπώς, υπό την ισχύ του ΚΦ.Δ, η ρύθμιση του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν2523/1997 έχει καταστεί ανενεργός . Η ερμηνευτική εκδοχή ( βλ. περί αυτής Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα , υπό την επιστημονική εποπτεία της Μ. Καϊάφα -Γκμπάντι, σελίδα 195), κατά την οποία η κατάργηση της διαδικασίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς , δεν έχει απενεργοποιήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου 24 παρ. 2 Ν2523/1997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογής στο πεδίο των φορολογικών ποινικών αδικημάτων, κάθε φορά που ο φορολογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτα την αρχική απόφαση επιβολής προστίμου που εκδίδεται σε βάρος του, ή την απόφαση που εκδίδεται από την Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Γ.Γ.Δ.Ε, μετά την υποβολή της ενδικοφανούς προσφυγής σ' αυτήν και καταβάλλει στη συνέχεια την χρηματική κύρωση που του έχει επιβληθεί με τους όρους που ορίζει ο Κ.Φ.Δ, στηρίζεται στην παραδοχή ότι η αποδοχή από τον φορολογούμενο της αρχικής απόφασης επιβολής προστίμου, ή εκείνης που εκδίδεται από την αρμόδια Διεύθυνση της Γ.Γ.Δ.Ε, μετά την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η εν συνεχεία καταβολή της αντίστοιχης χρηματικής κύρωσης, αποτελούν, κατά κάποιο τρόπο, λειτουργικά ισοδύναμα της καταργηθείσης διοικητικής ή δικαστικής επίλυσης της διαφοράς Η παραδοχή όμως αυτή είναι μετέωρη , αφού δεν στηρίζεται στο γράμμα του νόμου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η μοναδική διέξοδος για την αντιμετώπιση των όποιων ανεπιεικών αποτελεσμάτων από την μη συμπερίληψη στον Κ.Φ.Δ διάταξης περί διοικητικής ή δικαστικής επίλυσης της διαφοράς, είναι η δια της νομοθετικής οδού άρση των συνεπειών αυτών.


Πέραν της σιωπηρής κατάργησης του άρθρου 24 παρ. 2 του Ν 2523/1997, η μη πρόβλεψη οποιασδήποτε διαδικασίας διοικητικού ή δικαστικού συμβιβασμού στον Κ.Φ.Δ, επηρεάζει και την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 21 παρ.2 του Ν 2523/1997. Ειδικότερα με το εδάφιο θ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν 3943/2011 (Φ.Ε.Κ τεύχος Α 66/31-3- 2011) , η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του Ν 2523/1997, αντικαταστάθηκε ως εξής : « 2. Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπάγγελτα. Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.ΟΎ. ή τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο σε περίπτωση που ο έλεγχος διενεργήθηκε από όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) ή των ελεγκτικών κέντρων του άρθρου 3 του Ν. 2343/1995 (Φ Ε Κ 211 Α) ή υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ως εξής: α) Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται αμέσως με την ολοκλήρωση του ελέγχου και ζητείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα η κατά προτεραιότητα εκδίκαση της υπόθεσης, με βάση τα πορίσματα του φορολογικού ελέγχου, ανεξάρτητα εάν έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου: αα) στην περίπτωση β της παραγράφου 2 του άρθρου 17, εφόσον ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος παραγγείλει την άμεση άσκηση ποινικής δίωξης, ββ) στις περιπτώσεις α και β της παραγράφου 1 του άρθρου 18, εφόσον ο φορολογικός έλεγχος έχει διαταχθεί για την ημερομηνία που διενεργήθηκε, με ειδική εντολή ελέγχου του Υπουργού Οικονομικών γγ) στην περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 18, δδ) στην περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 19 και εε) στις περιπτώσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 19, εφόσον το πλήθος των μη εκδοθέντων παραστατικών στοιχείων είναι πλέον των δέκα ή υπερβαίνουν σε αξία τα πεντακόσια (500) ευρώ. β) Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, επί της οικείας απόφασης επιβολής προστίμου του Κ. Β.Σ. ή κατά της οικείας πράξης επιβολής φόρου, τέλους ή εισφοράς και ανεξάρτητα αν κατά της απόφασης αυτής ή της πράξης ασκήθηκε προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου: αα) στις περιπτώσεις α και β της παραγράφου 1 του άρθρου 18, εφόσον ο φορολογικός έλεγχος δεν έχει διαταχθεί με ειδική εντολή του Υπουργού Οικονομικών ββ) στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου και την περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 19 και γγ) στις περιπτώσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 19, εφόσον το πλήθος των μη εκδοθέντων παραστατικών στοιχείων δεν υπερβαίνει τα δέκα ή δεν υπερβαίνει σε αξία τα πεντακόσια (500) ευρώ. Η ποινική δίωξη δεν αρχίζει πριν από την τελεσίδικη κρίση του διοικητικού δικαστηρίου στην προσφυγή που ασκήθηκε ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής πριν από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής με την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής κατά της εγγραφής αυτής: αα) στην περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 17 και ββ) στην περίπτωση β της παραγράφου 2 του άρθρου 17, εφόσον δεν παραγγέλθηκε η άμεση άσκηση ποινικής δίωξης από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος .Η ποινική δίωξη δεν αρχίζει σε καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις, επίσης, αν αυτός κατά του οποίου πρόκειται να ασκηθεί, αποδεικνύει ότι έχει έναντι του Δημοσίου ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) απαίτηση βέβαιη και εκκαθαρισμένη, ποσού ίσου ή μεγαλύτερου του ποσού των φόρων, τελών και εισφορών, για τα οποία επρόκειτο να ασκηθεί η ποινική δίωξη. Επομένως, στις περιπτώσεις της παρ. 2 , εδάφιο α, υποπεριπτώσεις αα έως εε, και της παρ 2 εδάφιο β, υποπεριπτώσεις αα έως γγ του άρθρου 21 του Ν 2523/1997, οι μηνυτήριες αναφορές από τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται προς τούτο, πρέπει να υποβάλλονται αμέσως μετά την διαπίστωση των αδικημάτων φοροδιαφυγής περί των οποίων πρόκειται, αφού στις υποπεριπτώσεις του πρώτου εδαφίου, τούτο το επιτάσσει ρητά ο νόμος ( άρθρο 3 παρ.2 του Ν 3943/2011), ενώ για τις υποπεριπτώσεις αα έως γγ του δευτέρου εδαφίου, υπό την ισχύ του Κ.Φ.Δ, δεν προβλέπεται πλέον διαδικασία διοικητικής ή δικαστικής επίλυσης της φορολογικής διαφοράς και συνεπώς οι μηνυτήριες αναφορές πρέπει να υποβάλλονται άμεσα.


Τα ανωτέρω ισχύουν για τα φορολογικά αδικήματα που τελούνται μετά την ισχύ του Κ.Φ.Δ , δηλαδή μετά την 1-1-2014. Αντίθετα οι διατάξεις του Κ.Φ.Δ. περί κατάργησης οποιουδήποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολή μηνυτήριων αναφορών, δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17, 18 και 19 του Ν 2523/1997 ) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του Π.Κ μέχρι 31-12-2013(ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παραγραφής τους, ο οποίος, ως γνωστό, τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 10 του Ν 2523/1997), καθόσον η κατάργηση με τον Κώδικα αυτόν του φορολογικού συμβιβασμού , η επιτυχής έκβαση του οποίου οδηγούσε κατά τα ανωτέρω σε εφαρμογή είτε ενός ιδιόρρυθμου μηχανισμού ad hoc αποκλεισμού του αρχικού αδίκου (κατά μια άποψη) , είτε ειδικού λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου (κατ' άλλη άποψη), συνεπάγονται- και υπό τις δύο ερμηνευτικές εκδοχές- ουσιώδεις εκ των υστέρων τροποποιήσεις προϋποθέσεων του αξιοποίνου επί το αυστηρότερο (κατάργηση λόγου αποκλεισμού του αρχικού αδίκου - κατάργηση λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου ) και συνεπώς ως γνήσιες διατάξεις του ουσιαστικού ποινικού δικαίου που περιέχουν δυσμενέστερες προβλέψεις για την θεμελίωση του αξιοποίνου, δεν μπορούν να τύχουν αναδρομικής εφαρμογής. Είναι δε απολύτως σαφές ότι μεταξύ δύο συγκρινόμενων νόμων .επιεικέστερος είναι αφενός εκείνος ο οποίος για το ίδιο έγκλημα εισάγει λόγο που αποκλείει το άδικο ή εξαλείφει το τελικό αξιόποινο, αφετέρου εκείνος ο οποίος προσθέτει νέο στοιχείο στο πραγματικό του κανόνα δικαίου, εφόσον ωφελείται από αυτό ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος. Τούτο προκύπτει ευθέως από τις διατάξεις των άρθρων 4 του Συντάγματος (συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας ), 7 παρ.1 του Συντάγματος (απαγόρευση αναδρομικής εφαρμογής του ποινικού νόμου, όχι μόνο για την θεμελίωση, αλλά και για την επαύξηση της βαρύτητας του αξιοποίνου), 7 της Ε.Σ.Δ.Α, 15 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, 11 παρ.2 της Οικουμενικής Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς και 2 παρ.1 του Π.Κ (εφαρμογή του νόμου που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις).

Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται άλλωστε και η ερμηνευτική εγκύκλιος (ΠΟΛ.1210/6.9.2013 του Υπουργείου Οικονομικών), με την οποία κοινοποιήθηκαν στις φορολογικές Αρχές οδηγίες για την εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων των παραγράφων 44 και 48 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, που προστέθηκαν με το άρθρο πρώτο του Ν.4254/2014, με την δεύτερη των οποίων ορίστηκε ότι: «για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τις 31.12.2013, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσης τους, το σχετικό πρόστιμο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 του Ν. 2523/1997, εξακολουθούν δε να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του ίδιου νόμου, εφόσον ο φορολογούμενος, με δήλωση του προς τον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη επιβολής προστίμου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της, αποδεχθεί ανεπιφύλακτα το σύνολο των παραβάσεων που αναφέρονται σε αυτή ...». Στην τελευταία παράγραφο της ως άνω εγκυκλίου σημειώνεται ότι η διοικητική επίλυση των παλαιών διαφορών με βάση τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις νέες διατάξεις, επάγεται όλα τα αποτελέσματα του άρθρου 24 παρ.2 του Ν 2523/1997, σύμφωνη δε με την άποψη αυτή είναι και η εισηγητική έκθεση επί του σχεδίου του Ν 4254/2014 στην οποία σημειώνεται ότι «οι ανωτέρω διατάξεις (αναφέρεται στις προστιθέμενες στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Δ παραγράφους 44 και 48) κρίνονται εύλογες και σκόπιμες για λόγους χρηστής διοίκησης και ίσης μεταχείρισης, προκειμένου φορολογούμενοι οι οποίοι υπέπεσαν στις εν λόγω παραβάσεις, μέχρι την θέση σε εφαρμογή του Κώδικα, και δεν έχουν πλέον την δυνατότητα να υπαχθούν σε διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό , να αντιμετωπίζονται από άποψη ουσιαστικής φορολογικής μεταχείρισης, κατ' ανάλογο τρόπο με εκείνους οι οποίοι από τυχαίο γεγονός ελέγχθηκαν σε προγενέστερο χρόνο και για τις ίδιες παραβάσεις που ανάγονται στον ίδιο χρόνο, είχαν την δυνατότητα υπαγωγής της υπόθεσής τους σε συμβιβασμό». Συμπερασματικά, η διάταξη της παρ.2 του άρθρου 24 του Ν 2523/1997 , όπως αυτή ίσχυε μετά την αντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ.4 του Ν 2753/1999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ.4 του Ν 3842/2010, διατηρεί- παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - την ισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17,18 και 19 του Ν. 2523/1997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους, κατά το άρθρο 17 εδάφιο α του Π.Κ, μέχρι και την 31-12-2013, ακόμη και όταν αυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014.

Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου


Νικόλαος Παντελής

29/10/2015

law

Μετά από το θέμα που δημιουργήθηκε με την Γενική Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων κα. Σαββαΐδου, σχετικά με τον επανέλεγχο που διέταξε και το δικαίωμα της Διοίκησης για τη διενέργεια φορολογικών επανελέγχων, παραθέτουμε το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, καταλήγοντας στα δικά μας συμπεράσματα, μόνο ως προς το νομικό κομμάτι της υποθέσεως.

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 5 του Ν. 4174/2013 περί Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ορίζεται σχετικά με το θέμα του επανελέγχου των φορολογικών υποθέσεων πως: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου ή υπόθεσης για την οποία έχει ήδη διενεργηθεί πλήρης έλεγχος, μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, τα οποία επηρεάζουν τον υπολογισμό της φορολογικής οφειλής. Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο.»

Ο χρόνος του επανελέγχου

Το βασικό ερώτημα που ανακύπτει στην συγκεκριμένη περίπτωση και με την παραδοχή ότι η θιγόμενη επιχείρηση έχει εξαντλήσει ήδη όλα τα νόμιμα μέσα, έχει δηλαδή προσφύγει και στα Διοικητικά Δικαστήρια, είναι κατά πόσον αφενός μεν μπορεί αυτή να αιτηθεί επανελέγχου, αφετέρου δε κατά πόσον μπορεί να της είναι χρήσιμο το πιθανόν ευνοϊκότερο για αυτήν αποτέλεσμα, αφού πλέον τα φύλλα ελέγχου έχουν καταστεί οριστικά και μόνο αρμόδιο για την ακύρωση ή τροποποίησή τους είναι το Διοικητικό Δικαστήριο. Απάντηση στα ερωτήματα αυτά δίνει εν μέρει η με αριθμό 1128191/4299/πολ. 1320/10.12.1997 εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών (ΔΦΝ 1998-54) αναφορικά με την με αριθμό 612/1997 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. (Ολομέλεια). Ειδικά αναφέρεται ότι: «Η διενέργεια του επανελέγχου μπορεί να γίνει και μετά την έκδοση και κοινοποίηση των σχετικών φύλλων ελέγχου ή των άλλων καταλογιστικών πράξεων». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί ότι η ανωτέρω γνωμοδότηση ανατρέπει την μέχρι τότε υφιστάμενη γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. (Ολομέλειας Διακοπών) με αριθμό 519/1997, σύμφωνα με την οποία «Η διενέργεια του επανελέγχου μπορεί να γίνει μόνο πριν από την έκδοση και κοινοποίηση των σχετικών φύλλων ελέγχου ή των άλλων καταλογιστικών πράξεων». Την ανατροπή αυτού του σκέλους της γνωμοδότησης την προκάλεσε νεότερο ερώτημα επ’ αυτού του Υπ. Οικονομικών, στο οποίο εκθέτονταν ενστάσεις επί του θέματος. (Δ.Φ.Ν. 1998 σελ. 54 και επόμενες) 

Ειδικά στην με αριθμό 612/1997 γνωμοδότηση της ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. αναφέρεται ότι: «Η θέση της γνωμοδοτήσεως επί του τρίτου σκέλους του ερωτήματος, ως προς το χρονικό όριο μέχρι του οποίου μπορεί να γίνει ο επανέλεγχος, δυσχεραίνει τα πράγματα στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες ανακύπτει ανάγκη διενέργειας επανελέγχου μετά την έκδοση των Διοικητικών πράξεων (πράξη προσδιορισμού φόρου, πράξη επιβολής προστίμου κλπ.), κάτι που αποτελεί και την πλειοψηφία των περιπτώσεων.

Γι’ αυτό και με δεδομένο το αμετάκλητο των εκδοθέντων Διοικητικών πράξεων καθώς και το ανεπίτρεπτο της εκδόσεως συμπληρωματικών φύλλων ελέγχου, παρά μόνο στις ρητά καθοριζόμενες από το νόμο περιπτώσεις (άρθρο 68 παρ. 2 ν. 2238/94), εκφράζεται η άποψη κατά την οποία ο επανέλεγχος θα μπορούσε να γίνει και μετά την έκδοση και κοινοποίηση των φύλλων ελέγχου. Τυχόν δε διαφοροποίηση του πορίσματος του επανελέγχου, σε σχέση με την αρχική κρίση επί της υποθέσεως, να λαμβάνεται υπόψη κατά το στάδιο της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ή στο πλαίσιο του δικαστικού συμβιβασμού (άρθρο 71 Ν. 2238/94 και 1 Ν.Δ. 4600/1966)».

Συμπεράσματα

  • Είναι δυνατός ο επανέλεγχος μετά από αίτηση της θιγόμενης επιχείρησης και μετά την έκδοση και κοινοποίηση των Διοικητικών πράξεων. Επειδή η επίμαχη γνωμοδότηση αναφέρεται και σε στάδιο δικαστικού συμβιβασμού, γίνεται κατανοητό ότι καθώς η ύπαρξη του σταδίου αυτού προϋποθέτει προσφυγή από τον φορολογούμενο στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης ή στα Διοικητικά Δικαστήρια, η δυνατότητα επανελέγχου υφίσταται και μεταγενέστερα του χρόνου ενδικοφανούς προσφυγής ή προσφυγής στα Διοικητικά Δικαστήρια.

  • Σε περίπτωση που έχει ήδη γίνει προσφυγή στα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια, τυχόν διαφορετικά αποτελέσματα του επανελέγχου επ΄ ωφελεία ή μη της επιχείρησης θα πρέπει να αποστέλλονται άμεσα από την Διοίκηση στα Δικαστήρια αυτά, ώστε να συνεκτιμώνται κατά την εκδίκαση της υποθέσεως. Σε καμιά περίπτωση τα όποια αποτελέσματα του επανελέγχου δεν μπορούν να τροποποιήσουν τα εκδοθέντα φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού ή αποφάσεις επιβολής προστίμου. Η δυνατότητα αυτή βρίσκεται αποκλειστικά και μόνο στην διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να λάβει υπόψη ή όχι τα τυχόν διαφοροποιημένα αποτελέσματα του επανελέγχου.

  • Η επανελεγχθείσα επιχείρηση δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το τυχόν ευνοϊκό αποτέλεσμα του επανελέγχου, το οποίο της έχει κοινοποιηθεί, ενώπιον της αρμόδιας κατά περίπτωση Αρχής, για πιθανή άρση των μέτρων του άρθρου 14 του Ν. 2523/97. Θα πρέπει να γίνει αναφορά στην με αριθμό 293/2007 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με την οποία «Δεν είναι επιτρεπτή και συνεπώς επανεξεταστέα επί της ουσίας από την Υπηρεσία αίτηση από τον καθού τα μέτρα περί άρσεως αυτών και ακολούθως η έκδοση αποφάσεως επί του αιτήματος από τον αρμόδιο Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, ενώ εκκρεμεί η απόφανση των διοικητικών δικαστηρίων επί της προσφυγής κατά των μέτρων».

  • Ήδη μετά την εφαρμογή του νέου Κ.Φ.Δ. Ν. 4174/2013, τυχόν επίλυση της διαφοράς στην Επιτροπή Επίλυσης Διαφορών μετά από ενδικοφανή προσφυγή, δεν εξαιρεί τον υπόχρεο από τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπει ο νομοθέτης (παρ. 3 άρθρου 68 του νόμου), όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει μετά την εφαρμογή του Ν. 4337/2015.

Πηγή: www.e-forologia.gr

12/10/2015

mnimonio3 

Διαβάστε ένα προς ένα και με χρονολογική σειρά τα μέτρα που προβλέπονται στο ΜΝΗΜΟΝΙΟ Νο3 και πρέπει να εφαρμοστούν:

     α. στη Φορολογική Διοίκηση και στη Φορολογική Πολιτική εδώ

     β. στην Αγορά Εργασίας και στις Αγορές Προϊόντων εδώ

     γ. στις Συντάξεις, στις Ενοποιήσεις Ταμέιων, στην Ιατροφαρμακευτική Περίθαλψη και στην Κοινωνική Ασφάλιση εδώ

Διαβάστε το ΜΝΗΜΟΝΙΟ Νο 3 (Ν. 4336/2015) εδώ και ολόκληρο τον Ν. 4336/2015 εδώ

Πηγή: www.taxheaven.gr

05/10/2015

 pothen esxes 2

     Με την απόφαση 12244/24.9.15 της Προέδρου της Βουλής, καθορίστηκε το περιεχόμενο του ειδικού εντύπου δήλωσης περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και κδ΄, κζ΄, λα΄ έως και μγ΄, με΄, μστ΄ και μζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 3213/2003, όπως ισχύει, καθώς και το περιεχόμενο του εντύπου δήλωσης οικονομικών συμφερόντων. Στα συνημμένα έντυπα που επισυνάπτονται στο έγγραφο εμφανίζονται το ειδικό έντυπο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης κατά το άρθρο 2 του Ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 223 του Ν. 4281/2014, καθώς και το έντυπο δήλωσης οικονομικών συμφερόντων κατά το άρθρο 229 του Ν. 4281/2014 και υποβάλλονται σύμφωνα με τον νόμο μέσα σε ενενήντα ημέρες από το τέλος υποβολής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ειδικά φέτος έως και την 30ή Νοεμβρίου 2015. Είμαστε σε αναμονή του καθορισμού του τρόπου υποβολής (ηλεκτρονικού ή χειρόγραφου που ίσχυε έως σήμερα) και της Διεύθυνσης αποστολής των εντύπων.

      Περαιτέρω, θα πρέπει να δοθούν διευκρινήσεις κατά πόσον οι εκδοθείσες κατά καιρούς οδηγίες από την προηγούμενη Αρχή που υποβαλλόταν οι Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης, δηλαδή η Αρχή Ξεπλύματος Βρώμικου Χρήματος επί της ηγεσίας του κ. Νικολούδη, συνεχίζουν να υφίστανται. Κυρίως αναφερόμαστε σε αναγραφή μόνο των περιουσιακών στοιχείων στα οποία υπήρξε μεταβολή έως και την 31/12/2014 (όπως γινόταν στο προηγούμενο καθεστώς πριν την εφαρμογή του Ν. 4281/2014) ή του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει κάποιος. Από τις οδηγίες που δίνονται στο τέλος του εντύπου της δήλωσης, προκύπτει πως αυτή τουλάχιστον η διευθέτηση εξακολουθεί να ισχύει.

        Τέλος, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι για πρώτη φορά φέτος θα περιγραφούν τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία απέκτησε ο υπόχρεος στο διάστημα 1/1 έως και 31/12/2014 και όχι αυτά που διέθετε έως και την ημέρα υποβολής της Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης, σύμφωνα με τον αρχικό Ν. 3213/2003. Να υπενθυμίσουμε ότι με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς είχαν δημιουργηθεί σοβαρά προβλήματα, ειδικά ως προς το ύψος των καταθέσεων κάποιου, επειδή συνήθως κάποιος δήλωνε το ύψος των τραπεζικών του καταθέσεων αλλά και των άλλων περιουσιακών του στοιχείων (π.χ. κτήση ακινήτου) κατά την 31/12 του αναφερόμενου έτους, ενώ θα έπρεπε να συμπεριλάβει και αυτά που είχε αποκτήσει μέχρι και την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης, δηλαδή έως και εννέα μήνες μεταγενέστερα. Τέλος να σημειώσουμε ότι οι Δημόσιοι Υπάλληλοι στο σύνολό τους, υποβάλουν την δήλωση στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, στις ίδιες προθεσμίες.

Από τις αλλαγές που παρατηρήσαμε στο νέο έντυπο της περιουσιακής κατάστασης, σημειώνουμε ότι:

  • Στον πίνακα αξιών και τίτλων που διαθέτει ο υπόχρεος, αναγράφεται και ο Χειριστής Μερίδας Επενδυτή
  • Στον πίνακα ακινήτων και εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε αυτά, οι υφιστάμενες στήλες εμφανώς αναφέρονται σε ακίνητα ημεδαπής (δεν αναφέρεται χώρα, αναφέρονται ο Νομός ο Δήμος ή η Κοινότητα). Παράλληλα όμως, σαφώς αναφέρεται στις σημειώσεις ότι «Η Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης περιέχει, λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά την 31 Δεκεμβρίου του προηγουμένου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την αλλοδαπή». Θεωρούμε ότι ο υπόχρεος, εκτός αν δοθούν συμπληρωματικές οδηγίες, θα πρέπει να αντικαταστήσει το νομό με τη χώρα της αλλοδαπής, αναφερόμενος και στον αντίστοιχο Δήμο (Municipality)
  • Στον πίνακα τραπεζικών καταθέσεων του υπόχρεου, αναφέρεται πλέον υποχρεωτικά ο αριθμός του τραπεζικού λογαριασμού (έως τώρα ήταν προαιρετικός), το νόμισμα κατάθεσης και η χώρα που τηρείται ο καταθετικός λογαριασμός, σε περίπτωση καταθέσεων στην αλλοδαπή
  • Στις συμμετοχές του υπόχρεου σε επιχειρήσεις, αναγράφεται το εισφερθέν κεφάλαιο σε ευρώ
  • Η δήλωση συνοδεύεται και με αντίγραφο του τελευταίου Ε9. Να σημειώσουμε ότι το πρώτο έντυπο Ε9 υποβλήθηκε στις φορολογικές αρχές το 2005, ήταν χειρόγραφο και σε περίπτωση που δεν υπήρξε τροποποίηση στην ακίνητη περιουσιακή κατάσταση κάποιου στην Ελλάδα, δεν υπήρξε νεότερη υποβολή.

Όσον αφορά τη Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων που συνυποβάλλεται με τη Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης για πρώτη φορά φέτος, παρατηρούμε ότι:

  • Συμπληρώνεται το σύνολο των Επαγγελματικών δραστηριοτήτων του υπόχρεου
  • Δηλώνεται η συμμετοχή του υπόχρεου σε θέσεις Διοίκησης στα νομικά πρόσωπα και στις Νομικές Οντότητες που συμμετέχει
  • Δηλώνεται οποιαδήποτε αμειβόμενη τακτική δραστηριότητα του υπόχρεου
  • Δηλώνεται οποιαδήποτε αμειβόμενη περιστασιακή δραστηριότητα του υπόχρεου εάν η συνολική αμοιβή υπερβαίνει τα  ανά ημερολογιακό έτος
  • Δηλώνεται οποιαδήποτε συμμετοχή σε εταιρεία ή σύμπραξη που ενδέχεται να έχει επιπτώσεις επί της Δημόσιας Πολιτικής ή οποιαδήποτε συμμετοχή με δυνατότητα σημαντικής επιρροής
  • Για πρόσωπα που υπηρετούν σε αιρετή Δημόσια θέση, δηλώνεται οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη που τους δόθηκε σε σχέση με την θέση αυτή και υπερβαίνει τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ (Η υποστήριξη αναφέρεται είτε σε προσωπικό, είτε σε υλικούς πόρους)
  • Δηλώνονται από τον υπόχρεο οποιαδήποτε άλλα οικονομικά συμφέροντα που μπορεί να επηρεάζουν την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Δείτε τα έντυπα της Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης και Δήλωσης Οικονομικών Συμφερόντων εδώ

Διαβάστε την εγκύκλιο του Γενικού Επιθεωτητή Δημόσιας Διοίκησης εδώ

Διαβάστε το άρθρο του περιοδικού "E-MAGAZINE" by ESPILON 7 εδώ

Πηγή: www.e-forologia.gr

top